Τετάρτη 25 Μαΐου 2011

Η συναρπαστική ομορφιά της μοιρασιάς

Δεν Είναι η Αγάπη μόνο για έναν συγκεκριμένο δικό σου άνθρωπο που σε καθιστά ικανό για κάθε θυσία και προσφορά. Ούτε η ανάγκη για επιβίωση , καταξίωση, ή ένας στόχος χάριν το οποίου τα δίνεις όλα . Δεν είναι η μέθη του ΄Ερωτα που δεν υπολογίζει τίποτα και θέτει σε κίνδυνο την ίδια την ζωή σου ακόμη όταν είναι τρελός !!!!

Είναι η Αξία που συνοδεύει τον άνθρωπο από καταβολής κόσμου।
Η μοιρασιά του χώρου, του χρόνου ,της στιγμής, της επαφής,της χαράς ή λύπης। Του κάθε τι που προσλαμβάνεται δια των αισθήσεων.

Είναι η υπέρβαση του εγώ !

Όποιος βρέθηκε σε θέση να μην έχει κάποιον να μοιραστεί αυτό που νοιώθει, σίγουρα ονειρεύτηκε την ομορφιά της μοιρασιάς.

Η καταπληκτική Ιστορία που ακολουθεί είναι δείγμα
« ανάγκης μοιρασιάς» του ύψιστου δώρου της ζωής που δεν είναι άλλο από την Υγεία !!

Η Melissa Arlio είναι μια όμορφη και υγιέστατη ιταλο-αμερικανίδα από το Νιου Τζέρσι.

Τον Μάρτιο που πέρασε, όμως η νεαρή κοπέλα, αποφάσισε να κάνει κάτι που εξέπληξε τους φίλους της και δεν ευχαρίστησε καθόλου την οικογένειά της.

Χωρίς να έχει κανένα πρόβλημα υγείας, η Melissa αποφάσισε να υποβληθεί σε εγχείρηση για να βγάλει το ένα της νεφρό και να το δώσει σε έναν εντελώς άγνωστο άνθρωπο που το είχε ανάγκη.

Ποιος όμως ήταν ο λόγος που την έκανε να ξαπλώσει στο χειρουργικό κρεβάτι;

Η Melissa ήθελε να ξεκινήσει μια «αλυσίδα» βοήθειας και αλτρουισμού για τους νεφροπαθείς.

«Ο Θεός μου έδωσε ένα υγιές σώμα. Πώς να μην το μοιραστώ με κάποιον που το έχει ανάγκη, ειδικά όταν αυτό θα έχει πολύ μικρές επιπτώσεις στον οργανισμό μου;», είπε η 26χρονη, περίπου δύο μήνες μετά την εγχείρηση.

«Οι φίλοι και η οικογένεια δεν μπορούν πάντα να βοηθήσουν τους δικούς τους ανθρώπους επειδή δεν είναι συμβατοί δότες, έτσι αυτές οι αλυσίδες δίνουν κίνητρα στους ανθρώπους για να βοηθήσουν ο ένας τον άλλο», είπε.

Πώς όμως λειτουργεί η αλυσίδα;

Ένας δότης προσφέρει το νεφρό του σε έναν άγνωστο και στη συνέχεια, ένα μέλος από την οικογένεια του ανθρώπου που έλαβε το νεφρό πρέπει να δώσει το νεφρό του σε ένα άλλο άτομο που το χρειάζεται. Πάντως, η Melissa, δεν γνώριζε κανέναν που να πάσχει από νεφρική ανεπάρκεια μέχρι τη στιγμή που έκανε την εγχείρηση.

Το νεφρό της Melissa πήγε σε μια 56χρονη γυναίκα, ενώ άλλα δύο άτομα έχουν σωθεί από την καλή πράξη της 26χρονης.

Η οικογένειά της βέβαια ακόμα δεν μπορεί να καταλάβει γιατί η κόρη τους έκανε κάτι τέτοιο.

Η κοπέλα μάλιστα απολύθηκε από την δουλειά της, κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης από την εγχείρηση.

Πηγή: huffingtonpost

PROTO THEMA

Πέμπτη 19 Μαΐου 2011

Οι άθλιοι των Αθηνών

Ανθρώπινες στιγµές στο κέντρο της Αθήνας

Εβαλε το χέρι στην τσέπη ψάχνοντας λίγα ψιλά. Λύγισε ελαφρά τα γόνατα ισορροπώντας πάνω στα κόκκινα ψηλοτάκουνά της. Ύστερα, έσκυψε και άφησε τα κέρµατα να πέσουν µέσα στο πλαστικό δοχείο της ηλικιωμένης γυναίκας.

Οδός Πειραιώς. Πρωί Τετάρτης. Η νεαρή ιερόδουλη φορά ένα έντονο κόκκινο κοντό φόρεµα που μαγνητίζει τα βλέµµατα των περαστικών.
Περνώντας στο απέναντι πεζοδρόμιο σταµατά μπροστά από την ηλικιωμένη άστεγη.
Αφήνοντας τα κέρµατα να πέσουν χαμογελά ελαφρά.
Η άστεγη – ακίνητη µε το πρόσωπο να ακουμπά το πεζοδρόμιο – δεν την έχει καν αντιληφθεί.
Στέκοµαι για λίγο παρακολουθώντας τη σκηνή και ύστερα συνεχίζω προς την Αγίου Κωνσταντίνου.

Και εκεί ίδια εικόνα, διαφορετικοί πρωταγωνιστές.

Ένα ζευγάρι μεταναστών περιεργάζονται τον μεσήλικο άστεγο που κοιμάται πάνω σε χαρτόνι. ∆ίπλα στο κουλουριασµένο σώµα του ο σκύλος του – ένα μεγαλόσωμο λυκόσκυλο – κάθεται ήρεµος, συνηθισµένος από τους περαστικούς, µε το λουρί του δεµένο στα κολονάκια του πεζοδροµίου.

Σταµατούν, κάτι σχολιάζουν – δεν ξέρω τι – και αποχωρούν.

Η κοινωνική υπηρεσία του ∆ήµου Αθηναίων µοιράζει καθηµερινά 3.000 µερίδες στο συσσίτιο.
Οπως λένε οι υπεύθυνοι, το πλήθος που περιµένει σε αυτές τις ουρές εναλλάσσεται καθηµερινά: Ελληνες, µετανάστες, ιερόδουλες και συχνά ολόκληρες οικογένειες.

Μια πρωινή βόλτα στην Οµόνοια αρκεί για να ανακαλύψει κανείς το κέντρο και όχι µόνο το γκέτο.
Εκεί όπου η εξαθλίωση, η βρωµιά, τα ναρκωτικά, οι κλοπές υπάρχουν και οι άνθρωποι συνυπάρχουν.

Κατερίνα Βουτσινά
TΑ ΝΕΑ

Τετάρτη 11 Μαΐου 2011

ΤΙΠΟΤΑ


Αλήθεια τι έγινε και σίγησε το ρεπορτάζ αναφορικά με το ατύχημα τύπου «ΤΣΕΡΝΟΜΠΙΛ» στην Φουκουσίμα της Ιαπωνίας ;

Όλα καλά κι όλα ωραία τώρα πια ; Κάθε θαύμα κρατάει τρεις ημέρες το πολύ μεγάλο τέσσερεις ;; Να κοιμάται ήσυχη η παγκόσμια κοινότητα
και δη οι Ιάπωνες ;
Αποκατάθηκε η οικολογική ισορροπία και κανένας κίνδυνος δεν υπάρχει από την ραδιενέργεια των αντιδραστήρων που γίνανε παρανάλωμα του πυρρός ; Καμιά ανησυχία για τις σύγχρονες γενιές πόσο μάλλον για τι μελλούμενες ; ;;

Όλοι αυτοί οι ειδικοί επιστήμονες που έβγαιναν κατόπιν επιμόνων βέβαια προσκλήσεων των μεγαλοδημοσιογράφων παρουσιαστών ,στα παράθυρα των τηλεοράσεων και …ενημέρωναν τον κόσμο και τους Έλληνες φυσικά,
Τι έγιναν ; παροπλίστηκαν ; Αχρείαστοι νάναι !!!!

Θα μου πεις αναγνώστη μου «ψήλους στ’ άχυρα ψάχνεις τώρα εσύ . Κοίτα τι θ’ απογίνουμε εμείς στην χώρα μας που καίγεται και χωρίς πυρηνικά
κι άσε τις πολλές ερωτήσεις»

Εν τάξει. τις αφήνω.

Για διάβασε όμως και συ και άκουσε την άποψη του Δ.Δανίκα στο ΒΗΜΑ
και βγάλε τα συμπεράσματα σου .
Κι αν συνειρμικά το πας κι αλλού, δεν φταίω εγώ
Την σκέψη μας δεν βρήκε ακόμη τον τρόπο να την αιχμαλωτίσει κανείς
εκτός από τον Έρωτα !!!!

`````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````````

Τίποτα

Για να καταλάβεις δηλαδή.
Δεν είναι μόνο του το Τσερνόμπιλ.
Δεν είναι μόνος του ο υπαρκτός σοσιαλισμός. Δεν είναι μόνη της η ένοχη σιωπή της σοβιετικής νομεγκλατούρας.
Θυμάσαι τότε στις 26 Απριλίου του 1986; Όταν ο τέταρτος αντιδραστήρας μετατράπηκε σε νεκροταφείο χιλιάδων ψυχών; Τότε που ένα αόρατο χέρι έκλεισε την στρόφυγγα της ειδησεογραφίας και κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει ούτε την έκταση ούτε τις εφιαλτικές προοπτικές. Τότε που λέγαμε ότι αυτή η μεσαιωνική σιωπή καθοδηγείται από το Κρεμλίνο. Τότε που πιστεύαμε ότι τέτοια μαζικά εγκλήματα αποκλείεται να συμβούν στον ελεύθερο κόσμο που αναπνέουμε εμείς.
Ε λοιπόν, ύστερα από εικοσιπέντε χρόνια όλες αυτές οι δοξασίες και οι δικές μας, του κόσμου μας, οι ανωτερότητες γκρεμίστηκαν σαν τραπουλόχαρτα.
Γιατί η Ιαπωνία είναι μία από τις τρεις ισχυρότερες οικονομίες του τάχα μου, ελεύθερου κόσμου.
Γιατί κι εκεί όπως στο Τσερνόμπιλ τα μέτρα είναι παρόμοια μ εκείνα της σοβιετικής μουχλιασμένης μηχανής.
Γιατί και στην δημοκρατική Ιαπωνία η στρόφιγγα της ειδησεογραφίας είναι σχεδόν κλειστή.
Γιατί και εκεί τερατάκια από τον πυρηνικό χειμώνα στο μέλλον θα γεννηθούν.
Φαντάσου τώρα. Μιλάμε για την χώρα των ατελείωτων αναστεναγμών. Του απέραντου νεκροταφείου της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι.
Μιλάμε για έναν τόπο όπου οι μνήμες από τις δύο ατομικές βόμβες που κάρφωσαν οι Αμερικανοί είναι τόσο νωπές σαν η τραγωδία να είχε συμβεί μόλις χτες. Μιλάμε για την Ιαπωνία της απέραντης πειθαρχίας και ης απεριόριστης τεχνογνωσίας.
Κι όμως τα ίδια και χειρότερα στην καπιταλιστική Φουκουσίμα όπως στο κομμουνιστικό Τσερνόμπιλ. Ξέρεις γιατί; Επειδή και στην περίπτωση του στρεβλού υπαρκτού σοσιαλισμού αλλά και στην άλλη της αχόρταγης, βουλημικής κερδοφορίας, ο κάθε απλός πολίτης είναι σαν το αδέσποτο σκυλί. Ένα τίποτα. Μια βίδα που την αλλάζεις στο πι και φι.
Ανακαλύψαμε την διάσπαση του Ατόμου για να κερδίσουμε δισεκατομμύρια και να στείλουμε την Ανθρωπότητα στην καταστροφή!

Κυριακή 8 Μαΐου 2011

Προσκύνημα.



Αξίζει τον κόπο να ρίξει κανείς μια ματιά στο άρθρο της ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ που ακολουθεί αφιερωμένο στον Θανάση Βέγγο.

Με αυτό θα κλείσω και γω το προσκύνημά μου στην μνήμη του σοκαρισμένη γιατί όσο ζούσε τον συμπαθούσα απλώς. Χρειάστηκε να φύγει για να μάθω και να τον εκτιμήσω βαθύτατα.

Ο Θανάσης στη χώρα της συγκίνησης

ΤΗΣ ΕΥΑΝΝΑΣ ΒΕΝΑΡΔΟΥ

Ισως ο πιο αγαπητός άνθρωπος στην Ελλάδα, ο δραματικός μας κλόουν Θου Βου, που πέθανε την περασμένη Τρίτη στα 84, υπήρξε ένας ηθοποιός-σύμβολο που ταυτίστηκε όσο κανείς με τις περιπέτειες ενός ολόκληρου λαού.

Οπως όμως όλοι οι μεγάλοι κωμικοί, είχε και ο Βέγγος μια δραματική φλέβα που τις τελευταίες δεκαετίες ανακάλυψαν οι σημαντικότεροι σκηνοθέτες μας.

Ποιος δεν θυμάται τον όψιμο, σπαρακτικό του ρόλο στην «Ψυχή βαθιά» του Βούλγαρη, όταν πάει να διεκδικήσει το πτώμα του μονάκριβου εγγονού του που έπεσε στον Εμφύλιο, για να τον θάψει όπως του αξίζει; Στα 82 του είχε ακόμα μια ασίγαστη επιθυμία να παίζει. Τόπος γυρίσματος, μια βουνοπλαγιά στο Βίτσι, όπου για χρόνια οι ντόπιοι έβρισκαν σκελετούς ανταρτών.

«Μα ξεκουραστείτε λίγο, κύριε Βέγγο. Και βάλτε αυτά τα γάντια, κάνει παγωνιά εδώ πάνω...», τον παρότρυναν όλοι. «Οχι, πρέπει να δείχνω ταλαιπωρημένος, ξενυχτισμένος. Εχω χάσει το εγγόνι μου στην ταινία... Γιατί να ξεκουραστώ; Θέλω να είμαι στο γύρισμα, με τον σκηνοθέτη μου, πότε θα το ξαναζήσω αυτό;»

«Και τις δύο μέρες που είχαμε γύρισμα, έπρεπε να είναι έτοιμος στις επτά το πρωί», θυμάται σήμερα ο Π. Βούλγαρης. «Ομως η ιδιοκτήτρια του ξενώνα στο Σιδηροχώρι, όπου έμενε, μου έλεγε πως ήταν ντυμένος και πανέτοιμος από τις 5 τα χαράματα. Ηταν υποδειγματικός συνεργάτης. Μάθαινε τέλεια τους διαλόγους του και είχε μεγάλη αγωνία για το γύρισμα».

Το διαπιστώσαμε και όσοι το παρακολουθήσαμε: με μια έμφυτη ευγένεια απέναντι και στον τελευταίο κομπάρσο, ευχαριστούσε τους πάντες, ζητώντας συγνώμη από το συνεργείο όταν χρειαζόταν να ξαναπάει το πλάνο.

«Δεν είναι πόλεμος τούτο που μας βρήκε, κύριε ταξίαρχε. Ντροπή είναι... Ελληνες να τουφεκάνε Ελληνες» λέει στον αξιωματικό, ζητώντας να θάψει το νεκρό εγγονό του. Κάποια στιγμή σταματά: «Παντελή, ήταν λίγο υπερβολικό. Μήπως να το ξαναπάμε;»

Η Ιωάννα Καρυστιάνη μάς είχε πει πως ο Θ. Βέγγος εκπροσωπεί τον λαϊκό άνθρωπο που ζει στο πετσί του τα αποτελέσματα της ιστορίας, όπως τη διαπλέκουν οι ισχυροί...

- Κύριε Βέγγο, το θέμα πρέπει να σας λέει πολλά, του είχαμε πει. Κάνατε κι εσείς Μακρόνησο...

«Ναι, για τεσσεράμισι χρόνια. Πέρασα δύσκολα. Ο Τάσος ο Ζωγράφος έμεινε δυόμισι χρόνια. Κάθε πρωί πήγαινε σε ένα βράχο πάνω από τη θάλασσα και τάιζε τη γοργόνα του. Καθόταν μέχρι το βράδυ και της έριχνε ψίχουλα, διαλύοντας την κουραμάνα του. Οταν ήταν να απολυθεί, του έλεγα: "δώσε μου κι εμένα να φάω, ρε Τάσο, από την καραβάνα σου"...»

Στο χώρο του θεάματος άλλωστε ο αριστερών φρονημάτων Βέγγος (που μεγάλωσε με έναν πατέρα που απολύθηκε λόγω φρονημάτων από την Εταιρεία Ηλεκτρισμού) βρέθηκε ύστερα από προτροπή του συγκρατούμενού του στη Μακρόνησο Νίκου Κούνδουρου. Εφτιαξε μάλιστα ένα πολύ ωραίο σκίτσο του Θανάση της Μακρονήσου. Ενα απόγευμα ο Βέγγος του έφτιαξε ένα πρόχειρο σανιδένιο κρεβάτι. Γρήγορα άρχισε να συμμετέχει και στις παραστάσεις του Κούνδουρου, στο θεατράκι που είχαν στο δεύτερο τάγμα: «Εκανα μιμήσεις, παρωδούσα διαφημίσεις για γυναικείες κρέμες, οτιδήποτε. Γελούσαν οι πάντες. Από πού κι ως πού εγώ αστείος, αναρωτιόμουν μέσα μου...»

Ο Ντίνος Δημόπουλος, στο βιβλίο του «Ενας σκηνοθέτης θυμάται...» (1998), ανακαλούσε το βράδυ εκείνο που, πολλά χρόνια μετά, ο Βέγγος, «μετά από πολλά παρακάλια άνοιξε το στόμα του και μας μίλησε για πρώτη φορα για τη Μακρόνησο»: «Εμένα δεν μου έκαναν τίποτα, εκεί στη Μακρόνησο, μπροστά σ' αυτά που έκαναν στους άλλους. Δεν μιλάω για τις απειλές, για το ξύλο, για την πείνα, για την ταπείνωση, για τα μαρτύρια, για τους βασανισμούς. Μιλάω για την ντροπή. Για κείνους που δεν άντεξαν. Και τους ανάγκασαν να στραφούν ύστερα εναντίον των συντρόφων τους. Αυτό δεν το σηκώνει κανένας. Είναι η χρεοκοπία του ανθρώπου».

Κι όμως, κατάφερε τη μαυρίλα της μετεμφυλιακής εποχής να την ξορκίσει με τη χαμογελαστή συγκίνηση, τις χαρακτηριστικές νευρωτικές, κοφτές μανιέρες, τα τικ του και την αμίμητη εκφραστικότητα του σώματός του που ενίοτε θύμιζε ήρωα του βωβού.

Οι συνεργασίες του με τον Βούλγαρη το '90 («Ησυχες μέρες του Αυγούστου», «Ολα είναι δρόμος») πάντα ξάφνιαζαν. Ποιος δεν θυμάται το Βέγγο-θηροφύλακα να διασχίζει με τη βάρκα του το Δέλτα του Εβρου και στο τέλος, σε ρόλο τιμωρού, να εκτελεί έναν αδίστακτο κυνηγό που πυροβολεί την τελευταία νανόχηνα που κατοικεί στον βιότοπο; Η σύγκρουση συμβολική: δύο τύποι ανθρώπων, δύο τύποι ηθικής.

«Οταν του πρότεινα να παίξει αυτόν τον ρόλο», λέει ο Π. Βούλγαρης, «εκείνος φώναξε τη γυναίκα του και τα δύο του αγόρια και τους ρώτησε τη γνώμη τους. Αν έπρεπε δηλαδή να πυροβολήσει. "Δεν έχω σκοτώσει ποτέ κανέναν σε ταινία", μου είχε πει. Ομως οι δικοί του τον παρότρυναν: "Μπαμπά, να το κάνεις". Ολες οι αποφάσεις περνούσαν από την οικογένειά του. Τους λάτρευε».

Ο Βούλγαρης αισθάνθηκε από νωρίς τη δραματική φλέβα του Βέγγου: «Το ένστικτό μου με οδηγούσε εκεί. Ιδιαίτερα βλέποντας την ερμηνεία του στις ταινίες του Κατσουρίδη. Αλλά ακόμα και κωμωδίες είχαν κάτι το δραματικό, όπως και το "Ψηλά τα χέρια, Χίτλερ" του Μανθούλη».

Στις «Ησυχες μέρες του Αυγούστου» που το 1991 του χάρισαν κρατικό βραβείο ερμηνείας, ο Βέγγος ενσαρκώνει έναν συνταξιούχο, παντρεμένο ναυτικό που ένα βράδυ, στον ηλεκτρικό, συναντά μια απελπισμένη γυναίκα. Οταν αυτή λιποθυμά την πηγαίνει στο νοσοκομείο, κι ύστερα τη φιλοξενεί στο σπίτι του. «Απέδωσε όμορφα μια λεπτή, ιδιαίτερη σχέση ανάμεσά τους. Παρέα βρήκαμε έναν τρόπο να τιθασεύσει την απίστευτη εκφραστικότητα του προσώπου του. Σιγά σιγά άρχισε κι εκείνος να κερδίζει τη λιτότητα».

Οταν ο Βούλγαρης γύριζε το «Προξενιό της Αννας», «ήρθε να μας δει στο γύρισμα με δυο ταψιά γαλακτομπούρεκο. Κι όταν είδε την κουζίνα σε κακό χάλι, άρχισε να μας πλένει τα πιάτα! Ηταν μανιώδης με την καθαριότητα».

Ο Γ. Λαζαρίδης είχε γράψει πως «μοναδικός εχθρός του Βέγγου ήταν ανέκαθεν η σκόνη! Παλιά εχθρότητα, που αποκτήθηκε από την εποχή που η σκόνη με την άμμο ήταν με απαράμιλλη ομοψυχία πανταχού παρούσες (από το αντίσκηνο μέχρι το παγούρι και την καραβάνα) στις υποχρεωτικές διακοπές εθνικοφροσύνης που έκανε στη Μακρόνησο...».

Δραματικές καταστάσεις όμως ο Βέγγος δεν έζησε μόνο στη μεγάλη οθόνη. Η χρεοκοπία τού στοίχισε πολύ. «Ημουν στο γύρισμα», θυμόταν παλιότερα ο ίδιος, «κρεμασμένος ανάποδα από τον τέταρτο όροφο για κάποια σκηνή, κι ένας βοηθός μου αρχίζει να φωνάζει: "Είναι ανάγκη, είναι ανάγκη!" "Τι έγινε, καλέ μου άνθρωπε;" "Διαμαρτυρήθηκε το πρώτο γραμμάτιο της Κόντακ" μου φωνάζει. "Και είναι ανάγκη να μου το πεις τώρα; Ασε με να κατέβω πρώτα!"»

Μέχρι τέλους, όπως μάθαμε, έπαιρνε μια πενιχρή σύνταξη 800 ευρώ. Το μνημόνιο του την πετσόκοψε κι αυτή... «Το άγχος είναι η σπεσιαλιτέ μου. Μόνο στον άλλο κόσμο θα ηρεμήσω», έχει δηλώσει.

Καθώς τα χρόνια περνούσαν, οι ταινίες του γίνονταν όλο και πιο «πολιτικές», αποκαλύπτοντας έναν άλλο, πιο εσωτερικό Βέγγο: Πατρίς Βιβάνκο («Ζωή Χαρισάμενη»), Γιάννης Σολδάτος («Το αίνιγμα») και βέβαια με τον Θ. Αγγελόπουλο στο «Βλέμμα του Οδυσσέα» (1995). Σε μια σκηνή ο Βέγγος-ταξιτζής αντικρίζει ένα χιονισμένο τοπίο: «Μωρή φύση, μόνη σου είσαι; Μόνος μου είμαι κι εγώ. Πάρε ένα μπισκότο!». «Μόνο ο Θανάσης θα μπορούσε να το πει έτσι, ώστε να είναι κωμικό, αλλά και να μην είναι ταυτόχρονα».

Οπως μας είπε ο Θ. Αγγελόπουλος, σε μια άλλη σκηνή, «κι ενώ έκανε αφόρητο κρύο και γυρίζαμε μέσα στο χιόνι, ένιωσα πως ο Θανάσης αισθανόταν αμήχανα μπροστά στον Χάρβεϊ Καϊτέλ. Δεν έβγαινε η σκηνή. Τον τσίγκλισα. Αλλος θα το έπαιρνε σαν προσβολή, όμως εκείνος αποδέχτηκε την πρόκληση. Ξαφνικά απελευθερώθηκε. Κι αυτό που έπρεπε να πει, το είπε με ένα ρίγος στη φωνή. Είπε κάτι που σήμερα θα ευχόμουν να είναι ένας εξορκισμός: "Η Ελλάδα πεθαίνει. Πεθαίνουμε σαν λαός. Κάναμε τον κύκλο μας. Τρεις ή έξι χιλιάδες χρόνια ανάμεσα σε σπασμένες πέτρες κι αγάλματα. Και πεθαίνουμε. Αλλά αν είναι να πεθάνει η Ελλάδα να πεθάνει γρήγορα. Γιατί η αγωνία κρατάει πολύ"».

Τελευταίος του κινηματογραφικός ρόλος ήταν ένα πέρασμα στο «Πέταγμα του κύκνου» του Νίκου Τζήμα. Δεν πρόλαβε να υποδυθεί τον Πρόσπερο στην κινηματογραφική μεταφορά της σεξπιρικής «Τρικυμίας» από τον Δήμο Αβδελιώδη: «Ημασταν έτοιμοι για γύρισμα το Νοέμβριο του 2003, αλλά αρρώστησε», μας είπε ο σκηνοθέτης. «Ο Βέγγος», συμπληρώνει, «δεν ήταν ποτέ κάτι ξεχωριστό στη σκηνή και κάτι ξεχωριστό στην ζωή. Ηταν το ίδιο πράγμα. Θύμιζε στοιχειό: εμπεριείχε ένα θεϊκό, δαιμονικό στοιχείο που μας ξεπερνά. Και σε ένα βαθμό θα παραμείνει ακατανόητο».